Τι ήταν η Αστυνομία Σιδηροδρόμων και γιατί σταμάτησε να υπάρχει; Αν το έχετε αναρωτηθεί, δεν είστε οι μόνοι. Πρόκειται για ένα κομμάτι της ελληνικής ιστορίας που πολλοί έχουν ξεχάσει, αλλά κάποτε έπαιζε τεράστιο ρόλο στην ασφάλεια των μετακινήσεων. Κι όμως, αυτή η υπηρεσία που άλλοτε θεωρούνταν απαραίτητη, σήμερα δεν υπάρχει πια. Ας δούμε λοιπόν με απλά λόγια τι ήταν, γιατί κάποτε τη χρειαζόμασταν και πώς τελικά έφτασε να καταργηθεί.
Η καθημερινότητα στα τρένα όταν οι μετακινήσεις ήταν αλλιώς
Αν γυρίσουμε πίσω στον χρόνο, θα θυμηθούμε μια Ελλάδα που στηριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στα τρένα. Οι διαδρομές ήταν πολλές, οι επιβάτες ακόμα περισσότεροι και οι σταθμοί έσφυζαν από κίνηση. Σε αυτή την εποχή γεννήθηκε η Αστυνομία Σιδηροδρόμων, ένα ειδικό σώμα που είχε έναν πολύ ξεκάθαρο στόχο: να κρατάει τάξη και ασφάλεια στα τρένα και τις γραμμές.
Οι αστυνομικοί δεν ήταν απλώς φύλακες. Ήταν παντού: στους σταθμούς, στα βαγόνια, ακόμη και μέσα σε αμαξοστοιχίες που μεταφέρουν εμπορεύματα. Αν έχετε ακούσει ιστορίες για τότε, ξέρετε ότι τα τρένα δεν μετέφεραν μόνο επιβάτες. Μετέφεραν χρήματα, εμπορεύματα μεγάλης αξίας, κρατικά έγγραφα, ακόμη και πολύτιμες προμήθειες. Και όλα αυτά προσέλκυαν το ενδιαφέρον όχι και τόσο… καλών ανθρώπων.
Όταν οι ληστές κυνηγούσαν τα τρένα
Το να επιτεθεί κάποιος σε ένα τρένο δεν ήταν καθόλου σπάνιο. Οργανωμένες συμμορίες έβρισκαν ευκαιρία στις απομονωμένες διαδρομές, όπου οι γραμμές περνούσαν μέσα από δάση ή βουνά. Χωρίς φώτα και χωρίς κόσμο γύρω, τα τρένα ήταν εύκολος στόχος.
Έτσι, η Αστυνομία Σιδηροδρόμων έγινε κάτι σαν «κινητός φρουρός». Οι αστυνομικοί ήταν οπλισμένοι, συχνά συνοδευόμενοι από σκύλους και έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τα πάντα: από απλούς λαθρεπιβάτες και μικροκλοπές, μέχρι σοβαρές επιθέσεις. Για δεκαετίες, η παρουσία τους θεωρούνταν δεδομένη – και αναγκαία.
Η αρχή του τέλους όταν άλλαξε ο τρόπος που ταξιδεύουμε
Κάπου στη δεκαετία του 1950 αρχίζει να αλλάζει η ζωή στην Ελλάδα. Τα αυτοκίνητα γίνονται πιο προσιτά. Οι δρόμοι βελτιώνονται. Τα αεροπλάνα μπαίνουν σιγά-σιγά στην καθημερινότητά μας. Το τρένο σταματά να είναι ο βασικός τρόπος ταξιδιού.
Και όταν λιγοστεύουν οι μετακινήσεις, λιγοστεύουν και τα προβλήματα που κάποτε απαιτούσαν τόσο έντονη αστυνόμευση. Παράλληλα, φτάνουν και νέες τεχνολογίες: κάμερες παρακολούθησης, καλύτερος φωτισμός, αυτόματα συστήματα εισιτηρίων. Όλο και λιγότερο χρειάζονται ένοπλοι αστυνομικοί στις γραμμές.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο ΟΣΕ σταδιακά εγκαταλείπει δεκάδες διαδρομές. Η σιδηροδρομική Ελλάδα μικραίνει. Αυτό σημαίνει λιγότερες ανάγκες, λιγότερο προσωπικό, λιγότερη χρηματοδότηση. Η Αστυνομία Σιδηροδρόμων μπαίνει σε δεύτερη μοίρα.
Πώς έφτασε τελικά στην κατάργηση
Μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα, η υπηρεσία είχε ήδη υποβαθμιστεί. Λειτουργούσε με λιγότερο προσωπικό και είχε χάσει μεγάλο μέρος των αρμοδιοτήτων της. Η πλήρης κατάργηση ήρθε ως φυσικό επακόλουθο των αλλαγών στις μετακινήσεις και στη δομή του ΟΣΕ.
Σήμερα, ό,τι κάποτε έκανε η Αστυνομία Σιδηροδρόμων το έχουν αναλάβει άλλοι. Η Ελληνική Αστυνομία έχει την κύρια ευθύνη. Παράλληλα, σε πολλούς σταθμούς υπάρχουν εταιρείες ιδιωτικής φύλαξης, ενώ η Hellenic Train εφαρμόζει δικά της συστήματα ασφαλείας για το προσωπικό και τους επιβάτες.
Και με δεδομένα τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων, από τις καθυστερήσεις μέχρι τα μεγάλα ατυχήματα, είναι ξεκάθαρο ότι το θέμα της ασφάλειας στους σιδηροδρόμους παραμένει ένα από τα πιο «καυτά» ζητήματα.
Γιατί ακόμα μιλάμε για αυτή την υπηρεσία σήμερα
Μπορεί η Αστυνομία Σιδηροδρόμων να μην υπάρχει πια, αλλά για πολλούς παραμένει κομμάτι μνήμης. Ήταν μια εποχή όπου το ταξίδι με τρένο ήταν εμπειρία από μόνο του: άλλοτε ρομαντική, άλλοτε επικίνδυνη, αλλά πάντα σημαντική για την καθημερινότητα των ανθρώπων.
Ίσως τελικά αυτός είναι και ο λόγος που συνεχίζει να μας απασχολεί. Δεν είναι απλώς μια υπηρεσία που καταργήθηκε. Είναι σύμβολο μιας Ελλάδας που άλλαξε. Μιας εποχής όπου οι αστυνομικοί στα τρένα ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής, όπως είναι σήμερα οι κάμερες ασφαλείας και τα ηλεκτρονικά εισιτήρια.
Και όσο συνεχίζουμε να συζητάμε για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, τόσο επιστρέφει η ανάγκη να θυμόμαστε πώς λειτουργούσε κάποτε το σύστημα – όταν η ανθρώπινη παρουσία ήταν η μεγαλύτερη ασπίδα προστασίας.












