Ρίτσαρντ Προέννεκε: Ο Άντρας που Έζησε Μόνος στην Άγρια Αλάσκα για 30 Χρόνια
Μια απίστευτη ιστορία απόλυτης ελευθερίας
Πόσοι από εμάς έχουμε φανταστεί να αφήνουμε τα πάντα πίσω και να ζούμε στη φύση, χωρίς τεχνολογία, χωρίς θόρυβο, χωρίς άγχος; Ο Ρίτσαρντ Προέννεκε δεν το φαντάστηκε απλώς. Το έκανε. Και το έκανε για σχεδόν 30 ολόκληρα χρόνια. Μόνος του, σε μια ξύλινη καλύβα που έφτιαξε με τα ίδια του τα χέρια, στην απομονωμένη περιοχή Twin Lakes στην Αλάσκα. Και όχι, δεν ήταν 20 ή 30 χρονών. Ήταν 52 όταν ξεκίνησε αυτό το μοναδικό ταξίδι.
Ποιος ήταν ο Ρίτσαρντ πριν γίνει “άνθρωπος του δάσους”;
Γεννήθηκε το 1916 στην Αϊόβα και μεγάλωσε σε αγροτική οικογένεια. Από μικρός δούλευε σκληρά και απέκτησε τεχνικές δεξιότητες που αργότερα θα του σώσουν τη ζωή στην άγρια φύση. Υπηρέτησε στο ναυτικό στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά λόγω προβλημάτων υγείας απολύθηκε νωρίς. Μετά τον πόλεμο, έκανε διάφορες δουλειές – μηχανικός, τεχνικός, εργάτης. Όμως μέσα του έκαιγε η επιθυμία για ηρεμία και απομόνωση.
Γιατί τα παράτησε όλα και πήγε να ζήσει μόνος του;
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 επισκέφτηκε την Αλάσκα και μαγεύτηκε. Ο συνδυασμός της απόλυτης ησυχίας, της άγριας φύσης και της ελευθερίας τον τράβηξε. Στην αρχή σκέφτηκε να μείνει μόνο για έναν χρόνο. Αλλά αυτός ο ένας χρόνος μετατράπηκε σε τριάντα. Ήθελε να δει αν μπορεί να ζήσει χωρίς τις ανέσεις της κοινωνίας. Και όχι απλώς τα κατάφερε – το απόλαυσε.
Έχτισε την καλύβα του μόνος του – και ήταν έργο τέχνης
Δεν πήρε ούτε εργολάβους, ούτε εργαλεία τελευταίας τεχνολογίας. Μόνο τα βασικά. Έκοψε δέντρα, τα λάξευσε, τα στοίβαξε με ακρίβεια και έχτισε ένα μικρό, αλλά πλήρως λειτουργικό ξύλινο σπίτι. Έφτιαξε μέχρι και τα έπιπλα του. Ξυλόσομπα, αποθήκη τροφίμων για να μην του τα τρώνε οι αρκούδες, ακόμη και χειροποίητο λουκέτο για την πόρτα του. Δεν ήταν απλώς επιβίωση – ήταν δημιουργία.
Πώς τα έβγαζε πέρα με το φαγητό;
Καλή ερώτηση. Η Αλάσκα δεν χαρίζει. Κι όμως, ο Προέννεκε είχε σχέδιο.
-
Ψάρεμα και κυνήγι: Έπιανε σολομούς και grayling, ενώ κυνηγούσε με φειδώ ελάφια και πρόβατα.
-
Μάζεμα καρπών: Μύρτιλα, βακκίνια, άγρια σμέουρα – όλα υπήρχαν στο μενού του.
-
Λαχανόκηπος: Φύτευε όσα μπορούσαν να επιβιώσουν στο παγωμένο χώμα – πατάτες, κρεμμύδια, μερικά χόρτα.
-
Προμήθειες από φίλους: Ο πιλότος Babe Alsworth του έφερνε κατά καιρούς αλεύρι, ρύζι, φασόλια. Τα αποθήκευε για τον δύσκολο χειμώνα.
Πώς περνούσε την καθημερινότητά του;
Μπορεί να ακούγεται βαρετό το να ζεις μόνος σου για δεκαετίες, αλλά όχι για τον Ρίτσαρντ.
-
Συντήρηση καλύβας: Καθημερινή δουλειά, ειδικά πριν τον βαρύ χειμώνα.
-
Παρατήρηση φύσης: Κατέγραφε κάθε αλλαγή, κάθε ζώο, κάθε εποχιακή μετάβαση.
-
Χειροτεχνία: Έφτιαχνε ξύλινα σκεύη, επισκεύαζε εργαλεία, δημιουργούσε ό,τι χρειαζόταν.
-
Ημερολόγια και κάμερα: Κρατούσε σχολαστικές σημειώσεις και τραβούσε βίντεο. Τα υλικά του αργότερα έγιναν το γνωστό ντοκιμαντέρ Alone in the Wilderness.
Ήταν όλα ρόδινα; Καθόλου.
Μπορεί να επιβίωσε, αλλά η ζωή στην Αλάσκα δεν είναι παιδική χαρά.
-
Ακραίες θερμοκρασίες: Χιόνι, παγετός, πολικές θερμοκρασίες – και χωρίς ηλεκτρικό.
-
Άγρια ζώα: Αρκούδες, λύκοι και άλλα άγρια θηρία περνούσαν συχνά κοντά του.
-
Μοναξιά: Ολόκληρες εποχές χωρίς επαφή με άνθρωπο. Όμως, η φύση ήταν η παρέα του.
Τι απέγινε μετά από τόσα χρόνια μοναχικής ζωής;
Το 1999, σε ηλικία 82 ετών, αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να αποχωρήσει. Η υγεία του δεν του επέτρεπε πλέον να συνεχίσει. Πέθανε το 2003, αλλά η καλύβα του σώζεται μέχρι σήμερα ως μέρος του Lake Clark National Park. Κάθε χρόνο, άνθρωποι επισκέπτονται το μέρος για να δουν από κοντά πώς ζούσε ένας άνθρωπος που δεν χρειαζόταν σχεδόν τίποτα – μόνο τη φύση.
Γιατί μας συγκινεί τόσο πολύ η ιστορία του;
Ίσως επειδή βαθιά μέσα μας, όλοι νιώθουμε την ανάγκη να ξεφύγουμε. Να σβήσουμε το κινητό, να βγούμε απ’ την πόλη, να ακούσουμε μόνο τα πουλιά και το νερό. Ο Ρίτσαρντ Προέννεκε το έκανε – και μας απέδειξε ότι η ευτυχία δεν κρύβεται στα υλικά. Κρύβεται στην απλότητα, στην αυτάρκεια, στην αρμονία με το περιβάλλον.
Ο ήσυχος ήρωας μιας εποχής που φωνάζει
Σε έναν κόσμο που τρέχει, που μετρά τα πάντα σε likes και ταχύτητα, ο Προέννεκε μας υπενθυμίζει κάτι πολύτιμο: ότι μπορούμε να ζήσουμε με λιγότερα και να νιώθουμε περισσότερα.